Οι ταννίνες και ο Manu Chao

Ένα από τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα στο χώρο του κρασιού είναι η ορθή περιγραφή των ταννινών, του συνόλου δηλαδή των ουσιών που υπάρχουν κυρίαρχα στο ερυθρό κρασί και του χαρίζουν τη χαρακτηριστική αίσθηση της στυφότητας. Σε αυτό το κείμενο θα ακολουθήσει μια φιλόδοξη και καθόλου επιστημονική σύγκριση των ταννινών με την εξέλιξη της μουσικής στη δισκογραφία του Manu Chao.

Εν είδει ταχείας επανάληψης, οι ταννίνες βρίσκονται στο φλοιό των ερυθρών σταφυλιών και αρχίζουν να συντίθενται λίγο μετά τον περκασμό, όπου τα σταφύλια αρχίζουν να αποκτούν σιγά σιγά το ερυθρό τους χρώμα. Οι ταννίνες, εικάζεται ότι αποτελούν έναν αρχαίο μηχανισμό προστασίας των καρπών του σταφυλιού από τα ζώα, τα πτηνά και τα έντομα μέχρι να  φτάσουν οι καρποί στο επίπεδο ωριμότητας που θα εξασφαλίσει τον πολλαπλασιασμό του αμπελιού με τα κουκούτσια του σταφυλιού. Οι ταννίνες δίνουν στο κόκκινο κρασί δομή και συμβάλλουν στην παλαίωση του, κατά την οποία τείνουν να αλληλοεπιδρούν και να μεταβάλλουν την δομή τους -χημικές ενώσεις αφού- καθώς και την αίσθηση της στυφάδας που αφήνουν στο στόμα.

Ο Manu Chao τώρα πού κολλάει ;;

Αν μιλήσουμε για την εξέλιξη των ταννινών προφανώς δεν θα την μετρήσουμε σε χρόνια αλλά σε εποχές, γιατί η «φάση» κινδυνεύει να θεωρηθούν οι ταννίνες ως κυκλοθυμικές.  Με αυτόν τον τρόπο, όπως οι καλλιτέχνες μπορούν να έχουν διακριτές εποχές στην πορεία τους, έτσι και το κόκκινο κρασί, (άρα και οι ταννίνες του), μπορεί να λεχθεί ότι διανύουν και αυτά τις δικές τους εποχές.

Πιο συγκεκριμένα, ένα νεαρό κόκκινο κρασί που έχει τελειώσει τη ζύμωση του και ετοιμάζεται να ωριμάσει, (συνήθως σε δρύινα βαρέλια) τείνει να έχει έντονα την αίσθηση της οξύτητας και της στυφάδας των ταννινών, ακριβώς όπως και ο Manu Chao στο ξεκίνημα της καριέρας του στο συγκρότημα Hot Pants, με το οποίο δεν κατάφερε να ξεχωρίσει, έπαιζε αρκετά σκληρό ήχο κυμαινόμενο ανάμεσα στο Ska και το Punk. Μετά την ωρίμαση το κόκκινο κρασί απαιτεί χρόνο στην φιάλη, για να προσαρμοστεί από την συνθήκη παρουσίας οξυγόνου, στην απουσία του και να ισορροπήσει  χωρίς όμως να χάνει την αίσθηση της στυφάδας στο στόμα. Αντίστοιχα, έτσι έγινε και με την δημιουργία των Mano Negra, όπου ο ακόμα νεαρός καλλιτέχνης εξέλιξε τον ήχο του προηγούμενου  συγκροτήματος και συνέχισε να συνθέτει έντονους και ξεσηκωτικούς ρυθμούς (του έχει αποδοθεί η επινόηση του χαρακτηριστικού ρυθμικού τέμπο «Τάπα-Τούπα Τάπα-Τούπα-Ταπ»).

Η επόμενη εποχή είναι αυτή της ωριμότητας με τις ταννίνες να έχουν αποκτήσει τέτοια δομή που τους επιτρέπει να είναι απολαυστικές, ώστε το κρασί να καταναλώνεται χωρίς την ανάγκη για μετέπειτα επίσκεψη στον οδοντίατρο για σέρβις. Αντίστοιχα και ο καλλιτέχνης μας έχοντας ολοκληρώσει την εποχή της άγριας νιότης του, έκανε το επόμενο βήμα στην καριέρα του κυκλοφορώντας έναν από τους ομορφότερους δίσκους των τελευταίων 20 χρόνων. Το Cladestino σηματοδότησε την εγκατάλειψη της αποκλειστικής χρήσης ηλεκτρικής κιθάρας αλλά και την εποχή της ωριμότητας όπου ο Manu Chao εξέλιξε αυτό το διαφορετικό στιλ που αγαπήθηκε από πολλούς.

Όμως, όπως είναι γνωστό, ο χρόνος και η παλίρροια δεν περιμένουν κανένα. Ο χρόνος λοιπόν είναι αμείλικτος τόσο με τις ταννίνες όσο και με τον Manu Chao. Η υπερωρίμανση των ταννινών σηματοδοτεί συνήθως και την κατάρρευση της δομής και της ισορροπίας του κρασιού, με τις περισσότερες κουρασμένες πια, να εγκαταλείπουν και να αφήνουν μόνο μια απλή αίσθηση της πρότερης παρουσίας τους. Αντίστοιχα και ο Manu Chao πλέον τείνει να έχει προσκολληθεί σε μια εικόνα που μουσικά επαναλαμβάνει το γνωστό πλέον στιλ του, χωρίς να μπορεί να εντυπωσιάσει και να παρουσιάσει κάτι με περισσότερο βάθος πέρα από το να κυκλοφορεί ζωντανές του εμφανίσεις.

Και κάτι έξτρα...

Για όσους έχουν παρακολουθήσει πάνω από δύο ζωντανές εμφανίσεις του Manu Chao θα θυμούνται τον εαυτό τους να τραγουδάει πάνω κάτω τα ίδια τραγούδια. Ακόμη και σήμερα, στα πενήντα φεύγα, επιμένει να τραγουδάει τα τραγούδια της άγριας νιότης του, με πολλά αγκομαχητά και αρκετά ¨oyo-oyo yo yoi”. Το ίδιο ισχύει και για εκείνες τις ταννίνες που δεν ωρίμασαν ποτέ όσο το σταφύλι κρεμόταν ακόμα στο αμπέλι. Έτσι και αυτές παραμένουν σκληρές και χαρίζουν την κλασσική γεύση «τσαρούχι» για όσα χρόνια και αν περάσουν χωρίς ποτέ να μπορέσουν να εξελιχθούν σε κάτι ευχάριστο.

Ίσως αυτό που πολλοί παραγωγοί ανά τον κόσμο ζήλευαν στους Μπορντωλέζους παραγωγούς ήταν η άνεση με την οποία πουλούσαν τα κρασιά τους νεαρά- δηλαδή με έντονη οξύτητα και επιθετικές ταννίνες-,  μετατίθοντας τη διαδικασία της παλαίωσης στους καταναλωτές. Σαν να λέμε: κύριε πάρτε τον καλλιτέχνη σε φάση Mano Negra και περιμένετε μέχρι να κρίνετε ότι έχει φτάσει στο επίπεδο Manu Chao. Βέβαια, αργότερα το Bordeaux ήρθε και αυτό αντιμέτωπο -και ομολογουμένως, τα βρήκε πολύ σκούρα- με τα κρασιά που οι ανταγωνιστές τους κυκλοφορούσαν όταν οι ταννίνες τους είχαν ωριμάσει στην φιάλη και ήταν έτοιμα προς κατανάλωση. Κάτι αντίστοιχο προσπαθεί να κάνει μάλλον και η μουσική βιομηχανία καθώς λίγοι καλλιτέχνες φαίνεται ότι έχουν την ανοχή, εταιρειών και κοινού, να εξελιχθούν.

 

Δυστυχώς για τις ταννίνες καθότι είναι κλεισμένες σε μια φιάλη μέχρι τη στιγμή που θα καταναλωθεί το κρασί, δεν έχουν τη δυνατότητα ανανέωσης. Αντιθέτως, ο Manu Chao που είναι ελεύθερος να κινείται, μας έκλεψε, σαν άλλος Πάρις ,την όμορφη Κλέλια Ρενέση προσπαθώντας να ανανεωθεί μέσα από τον έρωτα.