Το φαινόμενο της οινό – τρομοκρατίας

Στις 4 Αυγούστου 2016 στο γαλλικό λιμάνι του Σετ (Sete) μια ομάδα μελών της CRAV (Comitee Regional d' Action Viticole) προχώρησε σε μια κίνηση σαμποταζ σε δεξαμενές τοπικού εμπόρου χύνοντας το περιεχόμενο κρασί και πλημυρίζοντας την πόλη. Αυτή ήταν η δεύτερη τρομοκρατική κίνηση των μελών της CRAV σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα, αφού είχε προηγηθεί στις 19 Ιουλίου, η επίθεση τριάντα κουκουλοφόρων σε γραφεία μεγάλης εταιρείας εισαγωγής κρασιού στη Μπεζιέ (Beziers).

Οι δυο αυτές περιπτώσεις είναι οι πιο πρόσφατες ενέργειες των μελών της CRAV που από το 2014 και έπειτα έχουν πυκνώσει την δράση τους. Αναμφίβολα, η συγκεκριμένη οργάνωση – που δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενη στην περιοχή- έχει βαθιές ρίζες στο μεγάλο αριθμό αμπελουργών της περιοχής του Languedoc, συνεχίζοντας τον αγώνα ενάντια στην εισαγωγή κρασιού ο οποίος προφανώς και δεν ξεκίνησε το 2016.

Πολλοί θεωρούν ότι το έτος ίδρυσης της οργάνωσης τοποθετείται πριν τη δεκαετία του 1970. Φήμες, θέλουν τον Μουαμάρ Καντάφι να έχει έλθει σε επαφή μαζί τους με σκοπό να χρηματοδοτήσει και να εξοπλίσει την οργάνωση, έτσι ώστε αυτή  να πλήξει το Γαλλικό κράτος, με την τελευταία να αρνείται την βοήθεια του ξεκαθαρίζοντας ότι ο αγώνας τους αφορά καθαρά την βελτίωση της ζωής των ντόπιων παραγωγών. Η  οργάνωση το 2007 κυκλοφόρησε  ένα βίντεο όπου προειδοποιούσε τον τότε πρόεδρο της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζύ, να φροντίσει για την αύξηση της τιμής του κρασιού αλλιώς θα υπήρχαν θύματα. Το 2006 εκατόν είκοσι κουκουλοφόροι επιτέθηκαν σε αποθήκη εταιρείας κρασιού αδειάζοντας χιλιάδες λίτρα κρασιού από τις δεξαμενές της. Επιθέσεις από την CRAV έχουν δεχτεί επίσης ένα ανταλλακτήριο χρημάτων, τα γραφεία του Σοσιαλιστικού κόμματος καθώς έχει σημειωθεί και ακινητοποίηση βυτιοφόρων οχημάτων που μετέφεραν ισπανικό κρασί για να χυθεί το περιεχόμενο τους στον αυτοκινητόδρομο.

Στις 4 Αυγούστου 2016 στο γαλλικό λιμάνι του Σετ (Sete) μια ομάδα μελών της CRAV (Comitee Regional d' Action Viticole) προχώρησε σε μια κίνηση σαμποταζ σε δεξαμενές τοπικού εμπόρου χύνοντας το περιεχόμενο κρασί και πλημυρίζοντας την πόλη. Αυτή ήταν η δεύτερη τρομοκρατική κίνηση των μελών της CRAV σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα, αφού είχε προηγηθεί στις 19 Ιουλίου, η επίθεση τριάντα κουκουλοφόρων σε γραφεία μεγάλης εταιρείας εισαγωγής κρασιού στη Μπεζιέ (Beziers). Οι δυο αυτές περιπτώσεις είναι οι πιο πρόσφατες ενέργειες των μελών της CRAV που από το 2014 και έπειτα έχουν πυκνώσει την δράση τους. Αναμφίβολα, η συγκεκριμένη οργάνωση – που δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενη στην περιοχή- έχει βαθιές ρίζες στο μεγάλο αριθμό αμπελουργών της περιοχής του Languedoc, συνεχίζοντας τον αγώνα ενάντια στην εισαγωγή κρασιού ο οποίος προφανώς και δεν ξεκίνησε το 2016.

Πολλοί θεωρούν ότι το έτος ίδρυσης της οργάνωσης τοποθετείται πριν τη δεκαετία του 1970. Φήμες, θέλουν τον Μουαμάρ Καντάφι να έχει έλθει σε επαφή μαζί τους με σκοπό να χρηματοδοτήσει και να εξοπλίσει την οργάνωση, έτσι ώστε αυτή  να πλήξει το Γαλλικό κράτος, με την τελευταία να αρνείται την βοήθεια του ξεκαθαρίζοντας ότι ο αγώνας τους αφορά καθαρά την βελτίωση της ζωής των ντόπιων παραγωγών. Η  οργάνωση το 2007 κυκλοφόρησε  ένα βίντεο όπου προειδοποιούσε τον τότε πρόεδρο της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζύ, να φροντίσει για την αύξηση της τιμής του κρασιού αλλιώς θα υπήρχαν θύματα. Το 2006 εκατόν είκοσι κουκουλοφόροι επιτέθηκαν σε αποθήκη εταιρείας κρασιού αδειάζοντας χιλιάδες λίτρα κρασιού από τις δεξαμενές της. Επιθέσεις από την CRAV έχουν δεχτεί επίσης ένα ανταλλακτήριο χρημάτων, τα γραφεία του Σοσιαλιστικού κόμματος καθώς έχει σημειωθεί και ακινητοποίηση βυτιοφόρων οχημάτων που μετέφεραν ισπανικό κρασί για να χυθεί το περιεχόμενο τους στον αυτοκινητόδρομο.

Ανατρέχοντας στην ιστορία της περιοχής, θα πρέπει να σταθούμε στην οινική διαδρομή του Languedoc και την ιδιαίτερη πορεία που ακολούθησαν εκεί το αμπέλι και το κρασί. Οι παράγοντες που έθεσαν τα θεμέλια για την αλματώδη ανάπτυξη της αμπελοκαλλιέργειας στη περιοχή ήταν: οι διαδοχικές εισβολές του ωίδιου, της φυλλοξήρας και του περονόσπορου στον γαλλικό αμπελώνα τον 18ο αιώνα και η μεγάλη καταστροφή που αυτές επέφεραν, κάνοντας επιτακτική την ανάγκη αναπλήρωσης των κατεστραμμένων αμπελώνων και η άφιξη του σιδηροδρόμου στο Languedoc μετά το 1855,  η οποία επέτρεψε την ταχεία και μαζική μεταφορά του κρασιού της νότιας Γαλλίας στα μεγάλα αστικά κέντρα του βορρά που διψούσαν για κρασί. {Αναφέρεται ότι οι εργάτες στις πόλεις της βόρειας Γαλλίας ξόδευαν περίπου το ένα τρίτο του εισοδήματος τους για την αγορά κρασιού που κατανάλωναν σε καθημερινή βάση}.

Οι πρώτες διαμαρτυρίες των αμπελουργών της περιοχής ήταν ενάντια στην προσθήκη ζάχαρης (προϊόν του βιομηχανικού βορρά) σε αδύναμα γλεύκη –Chaptalisation - και στην εισαγωγή σταφίδας από την Ελλάδα (σταφιδίτης οίνος) για την ενίσχυση των αδύναμων κρασιών. Οι δύο αυτές πρακτικές συμπίεζαν το εισόδημα των αμπελουργών οδηγώντας στις 12 Δεκεμβρίου 1893 στην πρώτη μεγάλη διαμαρτυρία των αγροτών της περιοχής του Languedoc. Το αποκορύφωμα των διαμαρτυριών, έγινε κατά την διάρκεια της κρίσης υπερπαραγωγής του 1907, όπου οι αμπελουργοί της περιοχής του Languedoc εξεγέρθηκαν γιατί δεν μπορούσαν να διαθέσουν την παραγωγή τους. Στις 19 Ιουνίου 1907 στην Ναρβώνη ο γαλλικός στρατός σήκωσε τα όπλα ενάντιa πλήθους αμπελουργών που είχαν εξεγερθεί και έστηναν οδοφράγματα μέσα στην πόλη, με αποτέλεσμα 2 νεκρούς και έξι τραυματίες.

Ο αμπελώνας του  Languedoc ήταν από τους πρώτους που ανένηψαν από την καταστροφική επέλαση της φυλλοξήρας. Το γαλλικό κράτος μαζί με την οινική βιομηχανία ώθησαν τους αμπελουργούς της περιοχής στην αναφύτευση της περιοχής με παραγωγικές ερυθρές  ποικιλίες που θα μπορούσαν να καλύψουν την υψηλή ζήτηση. Εν αντιθέσει όμως με το Μπορντώ και την Βουργουνδία που στράφηκαν ξανά προς την παραγωγή εκλεκτών οίνων, το Languedoc κινήθηκε προς την παραγωγή φτηνού και μαζικού κόκκινου κρασιού. Στο Languedoc οι αμπελουργοί πουλούσαν την παραγωγή τους σε σταφύλια ή κρασί σε εμπόρους , που με τη σειρά τους το εμφιάλωναν με την δική τους ετικέτα και το εμπορεύονταν. Από το 1930 και έπειτα, άνθισε η σύσταση συνεταιρισμών στους οποίους οι παραγωγοί διέθεταν την σοδειά τους. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να αναφερθεί ότι το γαλλικό κράτος είχε ήδη σχεδιάσει και προχωρήσει στην ανάπτυξη του αμπελώνα της Αλγερίας με γαλλικές ποικιλίες , για να μπορέσει  το αλγερινό κρασί – που ήταν βαθύχρωμο και πλούσιο λόγω κλίματος – να αναμιχθεί με το αδύναμο – λόγω της υπερπαραγωγής και της νεότητας των αμπελώνων – γαλλικό κρασί από το  Languedoc. Το λιμάνι εισαγωγής του αλγερινού κρασιού από τότε ήταν το Σετ ! Μετά το 1965 που η Αλγερία ανεξαρτητοποιήθηκε από την Γαλλία και η αμπελουργική  παραγωγή της κατέρρευσε, οι εταιρείες κάλυψαν τις ανάγκες τους για φτηνό κρασί με εισαγωγές από την Ισπανία και την Ιταλία.

Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο αναπτύχθηκε η CRAV για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των φτωχότερων αμπελουργών της Γαλλίας. Σε κείμενο τους η οργάνωση υπενθυμίζει στους αμπελουργούς την ένδοξη ιστορία των αγώνων της περιοχής, συνδέοντας άμεσα την δράση της με εκείνη της περιόδου του 1907. Η αδυναμία των τοπικών συνεταιρισμών να ανταποκριθούν στις μεταβολές της παγκόσμιας πλέον αγοράς – χαρακτηριστική είναι η κριτική ότι οι ηγεσίες των συνεταιρισμών άργησαν 3 χρόνια να συνειδητοποιήσουν ότι το ροζέ κρασί είναι στη μόδα και έχει αυξήσει τις πωλήσεις του – καθώς και στον ανταγωνισμό που δέχονται τα κρασιά της περιοχής από φτηνά κρασιά της Αυστραλίας και της Χιλής χειροτερεύει τα οικονομικά προβλήματα των ντόπιων αμπελουργών.

Σήμερα, στην περιοχή του Languedoc δραστηριοποιούνται περίπου 20 χιλιάδες αμπελουργοί με 475 χιλιάδες στρέμματα αμπελοκαλλιέργειας, που αντιστοιχούν σχεδόν στο 25% του γαλλικού αμπελώνα και παράγουν 1,2 δις λίτρα κρασί κάθε χρόνο απασχολώντας πάνω από 100 χιλιάδες άτομα στην περιοχή. Τέλος, συμβάλει σημαντικά στις εξαγωγές γαλλικών κρασιών αντιπροσωπεύοντας το 18% των εξαγωγών.

Η πτώση της κατανάλωσης κρασιού στην Γαλλία, η μείωση των εξαγωγών λόγω του ανταγωνισμού και η πρακτική πώλησης κρασιού από την Χιλή και την Αργεντινή στην Γαλλία μέσω Ισπανίας -όπου λόγω χαμηλότερων φόρων στην Ισπανία υπάρχει σημαντικά μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους για τους εμπόρους απ’ ότι αν γινόταν απευθείας η πώληση στη Γαλλία- αυξάνουν την πίεση στους αμπελουργούς. Η αυξανόμενη πίεση με τη σειρά της δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη ριζοσπαστικών ιδεών ανάμεσα στους αμπελουργούς. Η κατάσταση προοιωνίζει ότι θα πρέπει να περιμένουμε όλο και πιο συχνή την εμφάνιση των γραμμάτων CRAV σε τοίχους και βαρέλια των στόχων των  τρομοκρατικών τους επιθέσεων.